11/06/2017
Η διαφωνία μεταξύ ΕΕ, Β. Σόιμπλε
και ΔΝΤ σχετικά με το ελληνικό χρέος περιληπτικά μπορεί να συνοψιστεί στα ακόλουθα
επιχειρήματα.
Η γερμανική πλευρά πιστεύει ότι η
ελληνική οικονομία μπορεί να παράγει πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ και
η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων θα δώσει στην ελληνική οικονομία το κατάλληλο αναπτυξιακό momentum.
Στην άλλη άκρη βρίσκεται το ΔΝΤ
όπου από τον Ιούνιο του 2015 (Greece:
Preliminary Draft DSA Ιούνιος) ανακάλυψε (για
πρώτη φορά) ότι το ελληνικό χρέος είναι
μη βιώσιμο και διαφωνεί με την πρόβλεψη ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να
παράγει μεγάλα δημοσιονομικά πλεονάσματα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Κάπου στην μέση
βρίσκεται η ευρωπαϊκή επιτροπή όπου ενώ εκφράζει την άποψη ότι το χρέος δεν μπορεί
να είναι εξυπηρετίσιμο ισχυρίζεται ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους
μπορεί να αποκατασταθεί από ένα συνδυασμό μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικών πλεονασμάτων
καθώς και βραχυχρόνιων παρεμβάσεων.
Σε όλες τις προαναφερόμενες
απόψεις χρησιμοποιούνται ως δείκτες
βιωσιμότητας οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες (=τοκοχρεολύσια-(δημοσιονομικό
πλεόνασμα+έσοδα ιδιωτικοποιήσεων)) ή τον λόγο χρέος /ΑΕΠ. Για να είναι βιώσιμο
πρέπει ο λόγος χρέος/ΑΕΠ να βαίνει
μειούμενος και οι χρηματοδοτικές ανάγκες να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα λοιπόν με την πρώτη άποψη
(γερμανική) το ελληνικό χρέος δεν χρειάζεται αναδιάρθρωση. Το μόνο που
χρειάζεται η ελληνική οικονομία είναι η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και μια σειρά βραχυχρόνιων μέτρων τα οποία
περιγράφονται στις αποφάσεις του Eurogroup του Μαΐου και Δεκεμβρίου 2016 σχετικά με την εξομάλυνση
των πληρωμών.
Τo ΔΝΤ εφόσον θεωρεί το χρέος εξαιρετικά μη βιώσιμο προτείνει παρεμβάσεις στην καθαρή παρούσα αξία του
χρέους ή/και μείωση των επιτοκίων του ΕSM γεγονός που θα αυξήσει τον βαθμό έκθεσης του ESM.
Όπως γίνεται αντιληπτό η συζήτηση για την προοπτική του χρέους
καταλήγει στο αν θα δύναται η ελληνική
οικονομία να παράγει υψηλά δημοσιονομικά
πλεονάσματα. Δεδομένου ότι η περίπτωση της ελληνικής οικονομίας είναι μια μη
τυπική περίπτωση που με μεγάλη δυσκολία θα μπορούσαν να γίνουν αξιόπιστες προβλέψεις. Η εμπειρία των τελευταίων ετών με
τις προβλέψεις αποτελεί πλέον ένα κόλαφο για το ΔΝΤ και ΕΕ. Θεωρώ ότι είναι δύσκολο να πειστούν και οι αγορές ότι μια τέτοια
προοπτική είναι εφικτή από την ελληνική οικονομία. Βρισκόμαστε λοιπόν στην φάση
αξιολόγησης διαφορετικών σεναρίων σχετικά με το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
Η συζήτηση είναι πολύ απλή. Στην περίπτωση όπου δεν μπορεί να τεκμηριωθεί επιστημονικά
και να εξασφαλιστούν πλεονάσματα 3,5% για μια εξαιρετικά μεγάλη περίοδο τότε πρέπει να σχεδιαστεί η αναδιάρθρωση του
χρέους με παραβίαση των αποφάσεων του ΕSΜ αλλά και άρθρων του
καταστατικού του. Για παράδειγμα για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους θα υποχρεωθεί ο ESM να
μειώσει το επιτόκιο στο ελληνικό χρέος σε επίπεδα μικρότερα του κόστους
δανεισμού του και κατά συνέπεια να υποστεί ζημίες. Θα πρέπει επίσης να μετατρέψει μέρος του ελληνικού χρέους σε
διηνεκή ομόλογα απόφαση που έρχεται σε αντίθεση με το καταστατικό του. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως τίθενται πολλά και
σημαντικά ερωτηματικά για την ικανότητα της ΕΕ να διαχειριστεί το θέμα του
χρέους, καταρρέει ολοκληρωτικά η άποψη
ότι η αναδιάρθρωση του 2012 και τέλος προκύπτουν σημαντικές ζημίες που θα
πρέπει να αποπληρωθούν. Ο φόβος των ευθυνών εντός και εκτός Ελλάδας είναι ένας
άλλος παράγοντας που λειτουργεί
ανασταλτικά στο θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Με ενδιαφέρει η άποψή σας